Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Ἀπόρθητα ὄνειρα

Ἀπόρθητα  ὄνειρα Χαῖρε Ἀνδριοπούλα Ἑλένη, τῆς μονοξαστεριᾶς τοῦ Αἰγαίου εὐχή, ποὺ ᾿ναι τὰ μάτια σου μυριάρμενη τρικάταρτη γαλέρα, ποὺ ᾿ναι τὰ μάτια σου τοῦ ἔρωτος γενέθλιος ψυχή. Ὧ, ὡραῖα ἐσὺ τῆς ἀκριοπελαγιᾶς χρυσαφένιας πανσελήνου, ποὺ ᾿χει χρῶμα τὸ κορμί σου τὴν σταρένιαν ἀμμουδιά, ποὺ ᾿χει χρῶμα τὸ κορμί σου, τοῦ Μπατσιοῦ τὴν ἀγριά. Χαῖρε διάδημα ἀπὸ γιασεμὶ ποὺ εὐωδιάζει τὴν αὐγήν, ποὺ τὸ πλέκουν χελιδόνια σὲ μιὰ παιδικὴν αὐλήν, ποὺ ᾿ναι ἀπὸ πέτρα σπιτικὸν καὶ τὰ κρῖνα ἀπὸ λευκόν, τ’ ἀηδόνια μιὰ λαλιὰ καὶ τ’ ἀγέρι μαγεμένον ἀπ’ τὴν ἀνθισμένην λεμονιά. Ὧ, ὡραῖον πύρωμα ἐσὺ τῶν καθάριων ποταμῶν, ποὺ δροσίζεις ὄνειρα ἀπόρθητα τῆς γῆς, ἀνθοὺς ποὺ θρέφεις σ’ ἀπόκρημνες τῆς Ἄνδρου ὀμορφοπλαγιές, λεβάντα στέλει ὁ Φοῖβος νὰ σὲ ῥαίνῃ κάθε δείλι, νὰ σοῦ κλέψῃ θέλει τὸ φιλί, ἀπ’ τὰ ῥοδαλά σου χείλη… Δεσποτάκης τῆς Δαμητρὸς Ἕλλην 27-11-200...
Συνεχίστε την ανάγνωση »

Παρασκευή 10 Ιουλίου 2015

Βάρβαρος

Βάρβαρος Βοὴ καὶ ὄχλος καὶ γύρω τους σκόνη, φθόγγοι ἐρημῖτες σὲ ἄπλυτα χείλη, σύμφωνα ἀνέραστα ἄχρωμοι νόες σὲ κορμιὰ βαλτωμένα· ὕδατα γύρω τους,  ἀπελπισμένα. Ἀνάμεσά τους  Πέτρα  Λαμπρή, κομψὰ κορμιὰ γυναικεῖα, τοῦ Φειδίου παιδιὰ σερνικά, λόγος ὡραῖος, φωνήεντα εὔηχα, πολιτισμός· ὕδατα γύρω τους, εὐτυχισμένα. Ῥαγισμένοι κίονες, παλάτια δυστυχισμένα, χορταριασμένα θέατρα, ποιήματα ἀπὸ τὸ σκότος φθαρμένα, ὕδατα γύρω τους, βουρκωμένα. Βιασμένες ψυχές, ἱερὰ πληγωμένα, εἰς τὰ χέρια σου σῦκα ἀφημένα, θεοὶ προδομένοι, θεὲς ξεχασμένες, βωμοὶ μὲ λέξεις βεβηλωμένοι· ὕδατα γύρω τους, πληγωμένα. Ἀρεταὶ ἀλλοῦ, καὶ νά, ἀνδρεία καὶ γέλως, φίλοι σοφίας καὶ ἔρως, γῆ ἀνθισμένη γλῶσσα ἀπ’ αὐτὴν γεννημένη· ὕδατα γύρω τους, πεπαιδευμένα. Ὄλεθρος, παντοῦ εἶναι φωτιά, τὸ χάος σὲ θρόνον, ἡ γῆ κολασμένη μὲ χάλκινους υἱοὺς νυμφευμένη, οὐρανὸς θλιμμένος· ὕδατα γύρω τους, ἀλυσοδεμένα. Σύ, εἶσαι τὸ σκότος, εἰς τῆς γνώσεως τὴν καρδιὰ μαχαιριά, κτίζεις παλάτια μὲ μάρμαρα μαῦρα, ἐχθὲς ἤσουν βάρβαρος, καὶ σήμερα σέρ – βάρβαρος· σκοτώνεις τὸ δέλτα, κλέβεις τὸ ἰῶτα, δὲν φθάνεις τὸ θῆτα, ἔχεις γῆν χωρὶς εὐκτικήν, χάζεψες εἰς τὸ ἄλφα τὸ μέγα καὶ γλύτωσε ἀπὸ ἐσένα τὸ στεῖρον γέννημα ὠμέγα… Δεσποτάκης τῆς Δαμητρὸς Ἕλλην 5-10-2011 ...
Συνεχίστε την ανάγνωση »

Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

Τριακόσιες καὶ μία κορῶνες

Τριακόσιες καὶ μία κορῶνες Νύκτα ἦταν μόνον πιά· ἡ σκοτεινὴ καὶ ξεδιάντροπη μὲ κυνηγοῦσε μανιασμένα κι ἔτρεχα, μὰ ἦταν μόλις δυὸ τρεχαλιὲς ξωπίσω μου. Τότες ἦταν ποὺ ἐζήτησα τοῦ χαμένου τὴν εὔνοιαν  φωτός, νὰ μὲ ὁδηγήσῃ ἤθελα ἀψηλὰ εἰς τὶς πέντες βαθμίδες. Καὶ ἰδοῦ εἶπε· ἐδῶ ἡ κλῖμαξ καὶ τὸ πρῶτον πάτημα καὶ πλανήθηκα καὶ ἀπάνω της εἶδα τὰ λάθη καὶ τὴν ἔχθρα καὶ τὴν κορώνα νὰ γελᾶ. Λευκὰ τὰ δόντια της, τὰ χείλη ῥὸζ ὡραῖα καὶ μέσα τάφος· νοτισμένον χῶμα καὶ ζωὴ σὲ αὐτὸ ἀφημένη, ἦταν καὶ ἡ γκρίζα γκρίνια τ’ οὐρανοῦ, ὁποὺ νὰ ἰδοῦν τὰ μάτια μου δὲν ἄφηνε καὶ τότες ἦλθεν τὸ κτύπημα. Εὑρέθηκα σὲ κόσμον κενόν, μὲ φῶς νὰ ψεύδεται ὀμπρὸς εἰς τῆς αὐγῆς τὸν ἐρχομόν κι ἔφευγε αὐτὴ σὲ ἄλλην πήγαινε γῆν νὰ ξημερώσῃ κι ἐδῶ ἦταν μόνον νύκτα πιά. Καὶ εἶδα γλῶσσες τότες καὶ ἄκουα, ἄκουα, ἄκουα, δὲν εἶχα πλέον ἰδικήν μου νὰ εἰπῶ. Πάτημα εἶχα εἰς τὴν δευτέραν βαθμίδα, ὁποὺ ἡ κορώνα γυάλιζε πιότερον μέσα σὲ γκρίζον κόσμον. Μὲ κύτταξε, χαμογέλασε καὶ πίσω εἶδα ἀπὸ τὰ ῥοζάτα της χείλη νὰ σέρνεται εἰς τοὺς τάφους ἡ δική μου γλῶσσα· τὰ χείλη της ἔκλεινε ἀργὰ καὶ τὸ χρυσοῦν της χρῶμα σκουριὰ ἔγινε καὶ μέσα πετάχθηκε ἀπὸ τὰ μάτια της, φωτιά. Τότες ἦταν ποὺ πάλεψα μὲ τὸν χρόνον καὶ τὸ κενόν· ἄνεμος βίαιος, γυμνὸς καὶ βροχὴ μ’ ἀσήμια ἐνδεδυμένη ἐξάγνισαν τὸ κορμί μου. Μετά, ἦλθεν...
Συνεχίστε την ανάγνωση »