Ἐλευθερία ἀπὸ κάθε ἐλευθερία
Τῆς εἰρήνης μὲ
ἐμάγεψεν ἡ ὁδός
καθὼς τὸ βασίλεμα
μοῦ ἔφερε τῆς ζωῆς τὸ γάλα.
Ἡ φωνή,
βασιλικὴ κορῶνα, τοῦ φωτὸς ἐντολή,
ζῆσε μοῦ εἶπε…
Ἄσε τὸ γαλήνιον
τῆς γνώσεως ἀνάγνωσμα,
στολίδι στὰ
λουτρὰ τῆς ὡραίας ὄμορφης ῥοῆς,
στὰ παραμύθια
ἀνάμεσα νὰ στέκῃ
εἰς τῶν αἰσθήσεων
τὴν πύλη.
Μόνη ἀλήθεια,
ἡ ἀλήθεια·
τῆς φύσεως ξυπνᾶ
τὸ ῥίγος·
ἀνάμεσα εἰς τὴν
αὐγὴν καὶ τὸ σκότος,
φῶς ὑπάρχει ἀπόλυτον.
Δὲν εἶναι τῆς
μοῖρας ἡ ὥρα κολασμένη,
τοῦ ἀδελφοῦ δὲν
εἶναι τὸ αἷμα ἐλπὶς χαμένη,
μήτες κάποια
ψυχή, φῶς ποὺ προσμένει.
Τῆς γῆς εἶναι
μυρωδιὰ ποὺ βγάνει τὸ χῶμα,
μιὰ σιωπὴ ποὺ
μᾶς βάνει στὸ στόμα.
Δὲν εἶναι ἔρωτας ἡ πανσέληνος
μήτες θυσία τῆς ἐλιᾶς ὁ κότινος.
Δὲν εἶναι ὁ δρόμος μία στιγμὴ
οὔτε ἡ ζωὴ ἴση μὲ μίαν τοῦ πόνου κραυγή·
κι ἄν κάποια πέτρα τὴν ἄνοιξιν μυραίνῃ,
θυμίσου ἄνθρωπε, αὐτὴ σ’ ἀνασταίνει.
Ὁ λόγος ὁ φθόνιος καὶ ὁ δόλος,
ἐστὶν κατάρα,
ἡ γαλήνη ὅμως, ἡ μπέσα καὶ ἡ εὐγένεια,
εἶναι τοῦ νοῦ ἡ λαχτάρα.
Τῶν ἀνέμων
δικαστὴς
καὶ τῆς καταιγίδος
θαρρῶ, γενναῖος,
τῶν ἀνόων
ποινή,
Ἐλευθερία, ἀπὸ
κάθε ἐλευθερία…
Ὁδηγὸς εἰς τὸ
γλυκὺ τοῦ δάσους ἀντάμωμα,
τὸ γέρμα τοῦ
Αἰγαίου χάδι μιᾶς πνοῆς,
τοῦ πρώτου ἡλίου
ἐρέθισμα τὸν ἔρωτα σὰν κυνηγᾶ·
μὰ σὰν τὰ μάτια
ἀνοίξουν,
ἰδοῦ,
τὸ ὄνειρον,
ζωή.
Ὑπάρχεις·
κάτοικος τῶν
ματιῶν σου ἡ καλημέρα·
φῶς βρίσκει ὁ
καθείς,
βιολετὶ ξημέρωμα
ὅμως…
Δεσποτάκης
τῆς Δαμητρὸς
Ἕλλην
1 –
11 – 2024